Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁρματίτης
ἁρματοδρομέω
ἁρματοδρομία
ἁρματοδρόμος
ἁρματόεργος
ἁρματοθεσία
ἁρματόκτυπος
ἁρματομαχέω
ἁρματοπηγέω
ἁρματοπηγός
ἁρματοτροφέω
ἁρματοτροφία
ἁρματοτροχιά
ἁρματροχιή
ἁρμελατήρ
ἁρμελάτης
ἄρμενα
Ἀρμενία
Ἀρμενιάρχης
Ἀρμενίζω
Ἀρμένιον
View word page
ἁρματοτροφέω
to keep chariot-horses

ShortDef

to keep chariot-horses

Debugging

Headword:
ἁρματοτροφέω
Headword (normalized):
ἁρματοτροφέω
Headword (normalized/stripped):
αρματοτροφεω
IDX:
13331
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13332
Key:

Data

{'content': 'to keep chariot-horses'}