Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἄρκτειος
ἀρκτέον
ἀρκτέος
Ἀρκτεύς
ἀρκτεύω
ἀρκτῆ
ἀρκτικός
ἀρκτικός2
ἀρκτικός3
ἄρκτιον
ἄρκτιος
ἀρκτόμορφος
ἄρκτος
ἀρκτοτρόφος
Ἀρκτοῦρος
Ἀρκτοφύλαξ
Ἀρκτόχειρ
ἀρκτύλος
ἀρκτῷος
ἄρκυλλος
ἄρκυς
View word page
ἄρκτιος
arctic, northern
ShortDef
arctic, northern
Debugging
Headword:
ἄρκτιος
Headword (normalized):
ἄρκτιος
Headword (normalized/stripped):
αρκτιος
IDX:
13285
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13286
Key:
Data
{'content': 'arctic, northern'}