Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἀρκαδίηθεν
Ἀρκαδίηνδε
Ἀρκαδικός
ἄρκαλα
ἀρκαρικός
ἀρκάριος
Ἀρκάς
ἀρκεθέωρος
ἄρκειος
Ἀρκεισιάδης
Ἀρκείσιος
ἀρκεόντως
ἀρκεσίβουλος
ἀρκεσίγυιος
Ἀρκεσίλαος
Ἀρκεσίλας
ἀρκέσιμος
ἄρκεσις
ἀρκετός
ἀρκευθιδίτης
ἀρκεύθινος
View word page
Ἀρκείσιος
Arcisius
ShortDef
Arcisius
Debugging
Headword:
Ἀρκείσιος
Headword (normalized):
ἀρκείσιος
Headword (normalized/stripped):
αρκεισιος
IDX:
13250
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13251
Key:
Data
{'content': 'Arcisius'}