Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀριστοφῶν
ἀριστόχαλκος
ἀριστόχειρ
ἀριστοχειρουργός
ἀριστώδιν
Ἀρίστων
Ἀριστώνυμος
ἀρισφαλής
ἀρίτιμος
ἀριφραδής
Ἀρίφρων
ἀρίφρων
Ἀρίων
Ἀρκαδάρχης
Ἀρκαδία
Ἀρκαδίζω
Ἀρκαδίηθεν
Ἀρκαδίηνδε
Ἀρκαδικός
ἄρκαλα
ἀρκαρικός
View word page
Ἀρίφρων
Ariphron

ShortDef

Ariphron
very wise

Debugging

Headword:
Ἀρίφρων
Headword (normalized):
ἀρίφρων
Headword (normalized/stripped):
αριφρων
IDX:
13234
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13235
Key:

Data

{'content': 'Ariphron'}