Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀριστοκρατία
ἀριστοκρατικός
Ἀριστόκριτος
ἀριστολόχεια
ἀριστόλοχος
ἀριστόμαντις
Ἀριστόμαχος
ἀριστόμαχος
Ἀριστομένης
ἄριστον
Ἀριστόνικος
ἀριστόνικος
ἀριστόνοος
Ἀριστόξενος
ἀριστοπάλας
ἀριστοπάτρα
ἀριστοποιέω
ἀριστοποιΐα
ἀριστοπολιτευτής
ἀριστοπόνος
ἀριστοπόσεια
View word page
Ἀριστόνικος
Aristonicus

ShortDef

Aristonicus
gaining glorious victory

Debugging

Headword:
Ἀριστόνικος
Headword (normalized):
ἀριστόνικος
Headword (normalized/stripped):
αριστονικος
IDX:
13200
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13201
Key:

Data

{'content': 'Aristonicus'}