Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀριστόδημος
ἀριστόκαρπος
Ἀριστοκλῆς
ἀριστοκρατέομαι
ἀριστοκράτης
Ἀριστοκράτης
ἀριστοκρατία
ἀριστοκρατικός
Ἀριστόκριτος
ἀριστολόχεια
ἀριστόλοχος
ἀριστόμαντις
Ἀριστόμαχος
ἀριστόμαχος
Ἀριστομένης
ἄριστον
Ἀριστόνικος
ἀριστόνικος
ἀριστόνοος
Ἀριστόξενος
ἀριστοπάλας
View word page
ἀριστόλοχος
well-born

ShortDef

well-born

Debugging

Headword:
ἀριστόλοχος
Headword (normalized):
ἀριστόλοχος
Headword (normalized/stripped):
αριστολοχος
IDX:
13194
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13195
Key:

Data

{'content': 'well-born'}