Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀριστητής
ἀριστητικός
ἀριστίζω
ἀριστίνδην
Ἀρίστιππος
ἀριστόβιος
Ἀριστοβούλη
Ἀριστόβουλος
ἀριστόβουλος
Ἀριστογαλατίας
Ἀριστογείτων
ἀριστογένεθλος
Ἀριστογένης
ἀριστογόνος
ἀριστόγονος
ἀριστόδειπνον
Ἀριστόδημος
ἀριστόκαρπος
Ἀριστοκλῆς
ἀριστοκρατέομαι
ἀριστοκράτης
View word page
Ἀριστογείτων
Aristogiton

ShortDef

Aristogiton

Debugging

Headword:
Ἀριστογείτων
Headword (normalized):
ἀριστογείτων
Headword (normalized/stripped):
αριστογειτων
IDX:
13178
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13179
Key:

Data

{'content': 'Aristogiton'}