Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀριστευτικός
ἀριστεύω
ἀριστέφανος
ἀριστητήριον
ἀριστητής
ἀριστητικός
ἀριστίζω
ἀριστίνδην
Ἀρίστιππος
ἀριστόβιος
Ἀριστοβούλη
Ἀριστόβουλος
ἀριστόβουλος
Ἀριστογαλατίας
Ἀριστογείτων
ἀριστογένεθλος
Ἀριστογένης
ἀριστογόνος
ἀριστόγονος
ἀριστόδειπνον
Ἀριστόδημος
View word page
Ἀριστοβούλη
Aristobule

ShortDef

Aristobule

Debugging

Headword:
Ἀριστοβούλη
Headword (normalized):
ἀριστοβούλη
Headword (normalized/stripped):
αριστοβουλη
IDX:
13174
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13175
Key:

Data

{'content': 'Aristobule'}