Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀριστεῖον
ἀριστεῖος
ἀριστεραχόθεν
ἀριστερομάχος
ἀριστερόπηρος
ἀριστερός
ἀριστεροστάτης
ἀριστερόχειρ
ἀρίστευμα
Ἀριστεύς
ἀριστεύς
ἀριστευτής
ἀριστευτικός
ἀριστεύω
ἀριστέφανος
ἀριστητήριον
ἀριστητής
ἀριστητικός
ἀριστίζω
ἀριστίνδην
Ἀρίστιππος
View word page
ἀριστεύς
the best man

ShortDef

Aristeus
the best man

Debugging

Headword:
ἀριστεύς
Headword (normalized):
ἀριστεύς
Headword (normalized/stripped):
αριστευς
IDX:
13162
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13163
Key:

Data

{'content': 'the best man'}