Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀρίγνωτος
ἄριγος
ἀρίγων
ἀρίδακρυς
ἀριδάκρυτος
ἀριδείκετος
ἀρίδηλος
ἀρίζηλος
ἀριζήλωτος
ἀριήκοος
ἀριθμέω
ἀρίθμημα
ἀρίθμησις
ἀριθμητέος
ἀριθμητής
ἀριθμητικός
ἀριθμητός
ἀρίθμιος
ἀριθμοποιός
ἀριθμός
ἀριθμοστόν
View word page
ἀριθμέω
to number, count
ShortDef
to number, count
Debugging
Headword:
ἀριθμέω
Headword (normalized):
ἀριθμέω
Headword (normalized/stripped):
αριθμεω
IDX:
13107
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13108
Key:
Data
{'content': 'to number, count'}