Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀριγνώς
ἀρίγνωτος
ἄριγος
ἀρίγων
ἀρίδακρυς
ἀριδάκρυτος
ἀριδείκετος
ἀρίδηλος
ἀρίζηλος
ἀριζήλωτος
ἀριήκοος
ἀριθμέω
ἀρίθμημα
ἀρίθμησις
ἀριθμητέος
ἀριθμητής
ἀριθμητικός
ἀριθμητός
ἀρίθμιος
ἀριθμοποιός
ἀριθμός
View word page
ἀριήκοος
much heard of
ShortDef
much heard of
Debugging
Headword:
ἀριήκοος
Headword (normalized):
ἀριήκοος
Headword (normalized/stripped):
αριηκοος
IDX:
13106
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13107
Key:
Data
{'content': 'much heard of'}