Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρθμέω
Ἄρθμιος
ἄρθμιος
ἀρθμός
ἀρθρέμβολέω
ἀρθρεμβόλησις
ἀρθρέμβολον
ἀρθρικός
ἀρθριτικός
ἀρθρῖτις
ἀρθροκηδής
ἄρθρον
ἀρθροπέδη
ἀρθρόω
ἀρθρώδης
ἀρθρωδία
ἄρθρωσις
Ἀρία
Ἀριάδνη
Ἀριαῖος
Ἀριανθίδης
View word page
ἀρθροκηδής
limb-distressing

ShortDef

limb-distressing

Debugging

Headword:
ἀρθροκηδής
Headword (normalized):
ἀρθροκηδής
Headword (normalized/stripped):
αρθροκηδης
IDX:
13083
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13084
Key:

Data

{'content': 'limb-distressing'}