Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀρδεύω
ἄρδην
ἀρδιοθήρα
ἄρδις
ἀρδμός
Ἄρδυς
ἄρδω
Ἀρέθουσα
Ἀρεία
ἀρειά
ἀρειάω
Ἀρειθύσανος
Ἀρεϊκός
ἀρειμανής
ἀρειμάνιος
Ἀρειμάνιος
ἀρέϊνος
Ἀρειοπαγίτης
Ἄρειος
Ἄρειος2
ἀρείτολμος
View word page
ἀρειάω
threaten

ShortDef

threaten

Debugging

Headword:
ἀρειάω
Headword (normalized):
ἀρειάω
Headword (normalized/stripped):
αρειαω
IDX:
13008
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-13009
Key:

Data

{'content': 'threaten'}