Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀργυρόπρυμνον
ἀργυρόριζος
ἀργυρόρρυτος
ἀργυρορυχή
ἄργυρος
ἀργυροστερής
ἀργυροταμεία
ἀργυροταμίας
ἀργυροταμιευτικός
ἀργυροταμιεύω
ἀργυροτέχνης
ἀργυρότοιχος
ἀργυρότοξος
ἀργυροτράπεζα
ἀργυροτρύφημα
ἀργυροφάλαρος
ἀργυροφεγγής
ἀργύροφλεψ
ἀργυροχάλινος
ἀργυρόχαλκος
ἀργυροχόος
View word page
ἀργυροτέχνης
silversmith

ShortDef

silversmith

Debugging

Headword:
ἀργυροτέχνης
Headword (normalized):
ἀργυροτέχνης
Headword (normalized/stripped):
αργυροτεχνης
IDX:
12963
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12964
Key:

Data

{'content': 'silversmith'}