Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀργυρογνώμων
ἀργυρογραφία
ἀργυροδάμας
ἀργυροδίνης
ἀργυροειδής
ἀργυρόηλος
ἀργυροθήκη
ἀργυρόθρονος
ἀργυροθώραξ
ἀργυροκοπεῖον
ἀργυροκοπέω
ἀργυροκοπία
ἀργυροκοπιστήρ
ἀργυροκόπος
ἀργυροκορίνθιος
ἀργυρόκυκλος
ἀργυρολογέω
ἀργυρολόγητος
ἀργυρολογία
ἀργυρολόγος
ἀργυρομιγής
View word page
ἀργυροκοπέω
coin money
ShortDef
coin money
Debugging
Headword:
ἀργυροκοπέω
Headword (normalized):
ἀργυροκοπέω
Headword (normalized/stripped):
αργυροκοπεω
IDX:
12936
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12937
Key:
Data
{'content': 'coin money'}