Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀργυρισμός
ἀργυρίτης
ἀργυρῖτις
ἀργυρόβιος
ἀργυρογνωμονικός
ἀργυρογνώμων
ἀργυρογραφία
ἀργυροδάμας
ἀργυροδίνης
ἀργυροειδής
ἀργυρόηλος
ἀργυροθήκη
ἀργυρόθρονος
ἀργυροθώραξ
ἀργυροκοπεῖον
ἀργυροκοπέω
ἀργυροκοπία
ἀργυροκοπιστήρ
ἀργυροκόπος
ἀργυροκορίνθιος
ἀργυρόκυκλος
View word page
ἀργυρόηλος
silver-studded

ShortDef

silver-studded

Debugging

Headword:
ἀργυρόηλος
Headword (normalized):
ἀργυρόηλος
Headword (normalized/stripped):
αργυροηλος
IDX:
12931
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12932
Key:

Data

{'content': 'silver-studded'}