Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀργυρήλατος
ἀργυρίδιον
ἀργυρίζομαι
ἀργυρικός
ἀργύριον
ἀργύριος
ἀργυρίς
ἀργυρισμός
ἀργυρίτης
ἀργυρῖτις
ἀργυρόβιος
ἀργυρογνωμονικός
ἀργυρογνώμων
ἀργυρογραφία
ἀργυροδάμας
ἀργυροδίνης
ἀργυροειδής
ἀργυρόηλος
ἀργυροθήκη
ἀργυρόθρονος
ἀργυροθώραξ
View word page
ἀργυρόβιος
with the silver bow

ShortDef

with the silver bow

Debugging

Headword:
ἀργυρόβιος
Headword (normalized):
ἀργυρόβιος
Headword (normalized/stripped):
αργυροβιος
IDX:
12924
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12925
Key:

Data

{'content': 'with the silver bow'}