Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀδρέπανος
ἁδρεπήβολος
ἄδρεπτος
ἁδρέω
Ἀδρήστη
Ἀδρηστίνη
Ἀδριακός
Ἀδριανός
Ἁδριανός
Ἀδρίας
ἄδριμυς
ἁδρόβωλος
ἁδρογραφία
ἁδροκέφαλος
ἁδρομερής
ἁδρόμισθος
ἄδρομος
ἁδρόομαι
ἁδροπόρος
ἁδρός
ἀδροσία
View word page
ἄδριμυς
not tart
ShortDef
not tart
Debugging
Headword:
ἄδριμυς
Headword (normalized):
ἄδριμυς
Headword (normalized/stripped):
αδριμυς
IDX:
1291
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1292
Key:
Data
{'content': 'not tart'}