Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀργοποιός
ἀργόπρακτος
Ἄργος
ἀργός
ἀργός2
Ἄργος2
Ἄργοσδε
ἀργυράγχη
ἀργυραμοιβικός
ἀργυραμοιβός
ἀργυράνθρωπος
ἀργυράσπιδες
ἀργύρειος
ἀργυρένδετος
ἀργύρεος
ἀργυρευτική
ἀργυρεύω
ἀργυρηλάτης
ἀργυρήλατος
ἀργυρίδιον
ἀργυρίζομαι
View word page
ἀργυράνθρωπος
silver-man
ShortDef
silver-man
Debugging
Headword:
ἀργυράνθρωπος
Headword (normalized):
ἀργυράνθρωπος
Headword (normalized/stripped):
αργυρανθρωπος
IDX:
12906
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12907
Key:
Data
{'content': 'silver-man'}