Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀργολίς
Ἀργολιστί
ἀργομέτωπος
Ἀργόν
Ἀργοναύτης
ἀργοποιός
ἀργόπρακτος
Ἄργος
ἀργός
ἀργός2
Ἄργος2
Ἄργοσδε
ἀργυράγχη
ἀργυραμοιβικός
ἀργυραμοιβός
ἀργυράνθρωπος
ἀργυράσπιδες
ἀργύρειος
ἀργυρένδετος
ἀργύρεος
ἀργυρευτική
View word page
Ἄργος2
pr.n., Argus

ShortDef

Argos
pr.n., Argus

Debugging

Headword:
Ἄργος2
Headword (normalized):
ἄργος
Headword (normalized/stripped):
αργος2
IDX:
12901
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12902
Key:

Data

{'content': 'pr.n., Argus'}