Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀργηστής
ἀργία
ἀργιβόειος
ἀργικέραυνος
ἀργίκερως
ἀργιλιπής
ἄργιλλα
ἄργιλλος
ἀργιλλώδης
ἀργίλοφος
ἀργιμήτας
ἀργινεφής
ἀργινόεις
Ἀργινοῦσαι
ἀργιόδους
ἀργίπους
Ἄργισσα
ἀργῖτις
ἄργμα
ἀργόβιος
ἀργοθάνατος
View word page
ἀργιμήτας
quick-witted
ShortDef
quick-witted
Debugging
Headword:
ἀργιμήτας
Headword (normalized):
ἀργιμήτας
Headword (normalized/stripped):
αργιμητας
IDX:
12875
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12876
Key:
Data
{'content': 'quick-witted'}