Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀραρίσκω
ἀραρότως
ἀράσιμος
ἀράσσω
Ἀράτειον
ἀρατικός
ἀρατός
Ἄρατος
ἀράχιδνα
Ἀραχναῖος
ἀραχναῖος
ἀραχνάομαι
ἀράχνας
ἀράχνη
ἀράχνης
ἀράχνιον
ἀραχνιόω
ἀραχνιώδης
ἀραχνοειδής
ἀραχνοϋφής
ἄραχος
View word page
ἀραχναῖος
of or belonging to a spider
ShortDef
Arachnaeus (mountain in the Argolid)
of or belonging to a spider
Debugging
Headword:
ἀραχναῖος
Headword (normalized):
ἀραχναῖος
Headword (normalized/stripped):
αραχναιος
IDX:
12825
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12826
Key:
Data
{'content': 'of or belonging to a spider'}