Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀραιόω
ἀραιώδης
ἀραίωμα
ἀραίωσις
ἀραιωτικός
ἀρακικός
ἀρακόειος
ἄρακος
ἀρακόσπερμον
ἀρακόσπορος
ἀρακόχερσος
ἀρακώδης
Ἀράξης
ἄραξις
ἀραξίχειρος
ἀράομαι
ἄραριν
ἀραρίσκω
ἀραρότως
ἀράσιμος
ἀράσσω
View word page
ἀρακόχερσος
dry and fit for sowing aracus
ShortDef
dry and fit for sowing aracus
Debugging
Headword:
ἀρακόχερσος
Headword (normalized):
ἀρακόχερσος
Headword (normalized/stripped):
αρακοχερσος
IDX:
12808
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12809
Key:
Data
{'content': 'dry and fit for sowing aracus'}