Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀραγμός
ἀρᾳδιούργητος
ἄραδος
ἀράζω
ἀραιά
Ἀραιθυρέη
ἀραιόδους
ἀραιόπορος
ἀραῖος
ἀραιός
ἀραιόσαρκος
ἀραιόστημος
ἀραιόστυλος
ἀραιοσύγκριτος
ἀραιότης
ἀραιότρητος
ἀραιόφθαλμος
ἀραιόφυλλος
ἀραιόω
ἀραιώδης
ἀραίωμα
View word page
ἀραιόσαρκος
with porous, spongy flesh

ShortDef

with porous, spongy flesh

Debugging

Headword:
ἀραιόσαρκος
Headword (normalized):
ἀραιόσαρκος
Headword (normalized/stripped):
αραιοσαρκος
IDX:
12790
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12791
Key:

Data

{'content': 'with porous, spongy flesh'}