Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀδούλευτος
ἀδουλέω
ἀδουλία
ἄδουλος
ἀδούλωτος
ἀδούπητος
ᾉδοφοίτης
Ἀδραμυττηνός
Ἀδραμύττιον
ἀδρανέω
ἀδρανής
ἀδρανία
Ἀδράστεια
Ἀδράστειος
Ἀδραστίδης
Ἄδραστος
ἄδραστος
ἄδρατος
ἀδρέπανος
ἁδρεπήβολος
ἄδρεπτος
View word page
ἀδρανής
inactive, powerless
ShortDef
inactive, powerless
Debugging
Headword:
ἀδρανής
Headword (normalized):
ἀδρανής
Headword (normalized/stripped):
αδρανης
IDX:
1273
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1274
Key:
Data
{'content': 'inactive, powerless'}