Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπτέρωτος
ἀπτήν
ἁπτικός
ἄπτιλος
ἄπτιστος
ἀπτοεπής
ἀπτόητος
ἀπτολέμιστος
ἁπτός
ἅπτρα
ἄπτυστος
ἅπτω
ἁπτώδιον
ἀπτώξ
ἀπτώς
ἄπτωτος
ἄπυγος
ἀπύθμενος
ἄπυκνος
ἀπύλωτος
ἄπυος
View word page
ἄπτυστος
without expectoration

ShortDef

without expectoration

Debugging

Headword:
ἄπτυστος
Headword (normalized):
ἄπτυστος
Headword (normalized/stripped):
απτυστος
IDX:
12708
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12709
Key:

Data

{'content': 'without expectoration'}