Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἁπτέον
ἀπτερέως
ἄπτερος
ἀπτέρυγος
ἀπτερύομαι
ἀπτέρωτος
ἀπτήν
ἁπτικός
ἄπτιλος
ἄπτιστος
ἀπτοεπής
ἀπτόητος
ἀπτολέμιστος
ἁπτός
ἅπτρα
ἄπτυστος
ἅπτω
ἁπτώδιον
ἀπτώξ
ἀπτώς
ἄπτωτος
View word page
ἀπτοεπής
undaunted in speech

ShortDef

undaunted in speech

Debugging

Headword:
ἀπτοεπής
Headword (normalized):
ἀπτοεπής
Headword (normalized/stripped):
απτοεπης
IDX:
12703
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12704
Key:

Data

{'content': 'undaunted in speech'}