Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπρυτάνευτος
ἀπταισία
ἄπταιστος
ἁπτέον
ἀπτερέως
ἄπτερος
ἀπτέρυγος
ἀπτερύομαι
ἀπτέρωτος
ἀπτήν
ἁπτικός
ἄπτιλος
ἄπτιστος
ἀπτοεπής
ἀπτόητος
ἀπτολέμιστος
ἁπτός
ἅπτρα
ἄπτυστος
ἅπτω
ἁπτώδιον
View word page
ἁπτικός
able to come into contact with
ShortDef
able to come into contact with
Debugging
Headword:
ἁπτικός
Headword (normalized):
ἁπτικός
Headword (normalized/stripped):
απτικος
IDX:
12700
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12701
Key:
Data
{'content': 'able to come into contact with'}