Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἅδος
ἅδος2
ἄδοτος
ἀδουλαγώγητος
ἀδούλευτος
ἀδουλέω
ἀδουλία
ἄδουλος
ἀδούλωτος
ἀδούπητος
ᾉδοφοίτης
Ἀδραμυττηνός
Ἀδραμύττιον
ἀδρανέω
ἀδρανής
ἀδρανία
Ἀδράστεια
Ἀδράστειος
Ἀδραστίδης
Ἄδραστος
ἄδραστος
View word page
ᾉδοφοίτης
frequenting Hades
ShortDef
frequenting Hades
Debugging
Headword:
ᾉδοφοίτης
Headword (normalized):
ᾁδοφοίτης
Headword (normalized/stripped):
αδοφοιτης
IDX:
1269
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1270
Key:
Data
{'content': 'frequenting Hades'}