Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπροσφώνητος
ἀπρόσχημος
ἀπρόσχωρος
ἀπρόσψαυστος
ἀπροσωπόληπτος
ἀπρόσωπος
ἀπροτίελπτος
ἀπροτίμαστος
ἀπροτίοπτος
ἀπροφανής
ἀπροφάσιστος
ἀπρόφατος
ἀπροφύλακτος
ἀπροφώνητος
ἀπρόχωστος
ἀπρυτάνευτος
ἀπταισία
ἄπταιστος
ἁπτέον
ἀπτερέως
ἄπτερος
View word page
ἀπροφάσιστος
offering no excuse, unhesitating
ShortDef
offering no excuse, unhesitating
Debugging
Headword:
ἀπροφάσιστος
Headword (normalized):
ἀπροφάσιστος
Headword (normalized/stripped):
απροφασιστος
IDX:
12685
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12686
Key:
Data
{'content': 'offering no excuse, unhesitating'}