Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπροστίμητος
ἀπρόστομος
ἀπρόσφιλος
ἀπρόσφορος
ἀπροσφυής
ἀπρόσφυλος
ἀπροσφωνητί
ἀπροσφώνητος
ἀπρόσχημος
ἀπρόσχωρος
ἀπρόσψαυστος
ἀπροσωπόληπτος
ἀπρόσωπος
ἀπροτίελπτος
ἀπροτίμαστος
ἀπροτίοπτος
ἀπροφανής
ἀπροφάσιστος
ἀπρόφατος
ἀπροφύλακτος
ἀπροφώνητος
View word page
ἀπρόσψαυστος
not to be touched

ShortDef

not to be touched

Debugging

Headword:
ἀπρόσψαυστος
Headword (normalized):
ἀπρόσψαυστος
Headword (normalized/stripped):
απροσψαυστος
IDX:
12678
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12679
Key:

Data

{'content': 'not to be touched'}