Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπρόσλογος
ἀπρόσμαχος
ἀπροσμηχάνητος
ἀπρόσμικτος
ἀπροσόδευτος
ἀπρόσοδος
ἀπρόσοιστος
ἀπροσόμιλος
ἀπρόσοπτος
ἀπροσόρατος
ἀπροσόρμιστος
ἀπροσπαθής
ἀπροσπέλαστος
ἀπρόσπλοκος
ἀπροσποίητος
ἀπροσπτωσία
ἀπρόσρητος
ἀπροστασίαστος
ἀπροστασίου
ἀπροστάτευτος
ἀπροστίμητος
View word page
ἀπροσόρμιστος
where one cannot land

ShortDef

where one cannot land

Debugging

Headword:
ἀπροσόρμιστος
Headword (normalized):
ἀπροσόρμιστος
Headword (normalized/stripped):
απροσορμιστος
IDX:
12658
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12659
Key:

Data

{'content': 'where one cannot land'}