Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπρόσκρουστος
ἀπρόσληπτος
ἀπρόσλογος
ἀπρόσμαχος
ἀπροσμηχάνητος
ἀπρόσμικτος
ἀπροσόδευτος
ἀπρόσοδος
ἀπρόσοιστος
ἀπροσόμιλος
ἀπρόσοπτος
ἀπροσόρατος
ἀπροσόρμιστος
ἀπροσπαθής
ἀπροσπέλαστος
ἀπρόσπλοκος
ἀπροσποίητος
ἀπροσπτωσία
ἀπρόσρητος
ἀπροστασίαστος
ἀπροστασίου
View word page
ἀπρόσοπτος
not to be looked at, faced
ShortDef
not to be looked at, faced
Debugging
Headword:
ἀπρόσοπτος
Headword (normalized):
ἀπρόσοπτος
Headword (normalized/stripped):
απροσοπτος
IDX:
12656
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12657
Key:
Data
{'content': 'not to be looked at, faced'}