Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπρόσιτος
ἀπροσκαίρως
ἀπρόσκεπτος
ἀπρόσκλητος
ἀπροσκόλλητος
ἀπρόσκοπος
ἀπρόσκοπος2
ἀπρόσκοπτος
ἀπροσκορής
ἀπρόσκρουστος
ἀπρόσληπτος
ἀπρόσλογος
ἀπρόσμαχος
ἀπροσμηχάνητος
ἀπρόσμικτος
ἀπροσόδευτος
ἀπρόσοδος
ἀπρόσοιστος
ἀπροσόμιλος
ἀπρόσοπτος
ἀπροσόρατος
View word page
ἀπρόσληπτος
not taking

ShortDef

not taking

Debugging

Headword:
ἀπρόσληπτος
Headword (normalized):
ἀπρόσληπτος
Headword (normalized/stripped):
απροσληπτος
IDX:
12647
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12648
Key:

Data

{'content': 'not taking'}