Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπροσεξία
ἀπροσηγορία
ἀπροσήγορος
ἀπροσηνής
ἀπροσθετέω
ἀπρόσθετος
ἀπρόσθικτος
ἀπρόσικτος
ἀπρόσιτος
ἀπροσκαίρως
ἀπρόσκεπτος
ἀπρόσκλητος
ἀπροσκόλλητος
ἀπρόσκοπος
ἀπρόσκοπος2
ἀπρόσκοπτος
ἀπροσκορής
ἀπρόσκρουστος
ἀπρόσληπτος
ἀπρόσλογος
ἀπρόσμαχος
View word page
ἀπρόσκεπτος
unforeseen

ShortDef

unforeseen

Debugging

Headword:
ἀπρόσκεπτος
Headword (normalized):
ἀπρόσκεπτος
Headword (normalized/stripped):
απροσκεπτος
IDX:
12639
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12640
Key:

Data

{'content': 'unforeseen'}