Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπροσδιόνυσος
ἀπροσδιόριστος
ἀπροσδόκητος
ἀπροσδοκία
ἀπρόσειλος
ἀπροσεκτέω
ἀπρόσεκτος
ἀπροσέλευστος
ἀπροσεξία
ἀπροσηγορία
ἀπροσήγορος
ἀπροσηνής
ἀπροσθετέω
ἀπρόσθετος
ἀπρόσθικτος
ἀπρόσικτος
ἀπρόσιτος
ἀπροσκαίρως
ἀπρόσκεπτος
ἀπρόσκλητος
ἀπροσκόλλητος
View word page
ἀπροσήγορος
not to be accosted, savage

ShortDef

not to be accosted, savage

Debugging

Headword:
ἀπροσήγορος
Headword (normalized):
ἀπροσήγορος
Headword (normalized/stripped):
απροσηγορος
IDX:
12631
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12632
Key:

Data

{'content': 'not to be accosted, savage'}