Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπροσαγόρευτος
ἀπροσάρμοστος
ἀπροσάρτητος
ἀπροσαύδητος
ἀπρόσβατος
ἀπρόσβλεπτος
ἀπροσδεής
ἀπρόσδεικτος
ἀπρόσδεκτος
ἀπροσδιόνυσος
ἀπροσδιόριστος
ἀπροσδόκητος
ἀπροσδοκία
ἀπρόσειλος
ἀπροσεκτέω
ἀπρόσεκτος
ἀπροσέλευστος
ἀπροσεξία
ἀπροσηγορία
ἀπροσήγορος
ἀπροσηνής
View word page
ἀπροσδιόριστος
undefined

ShortDef

undefined

Debugging

Headword:
ἀπροσδιόριστος
Headword (normalized):
ἀπροσδιόριστος
Headword (normalized/stripped):
απροσδιοριστος
IDX:
12622
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12623
Key:

Data

{'content': 'undefined'}