Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπροκάλυπτος
ἀπροκατασκεύαστος
ἀπροκοπία
ἀπρόκοπος
ἀπροκρίτως
ἀπρόληπτος
ἀπρομήθεια
ἀπρομήθης
ἀπρομήθητος
ἀπρονοησία
ἀπρονοητέω
ἀπρονόητος
ἀπρόξενος
ἀπροξίς
ἀπρόοδος
ἀπροοιμίαστος
ἀπρόοπτος
ἀπροόρατος
ἀπροπετία
ἀπροπτωσία
ἀπρόπτωτος
View word page
ἀπρονοητέω
to be imprudent

ShortDef

to be imprudent

Debugging

Headword:
ἀπρονοητέω
Headword (normalized):
ἀπρονοητέω
Headword (normalized/stripped):
απρονοητεω
IDX:
12600
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12601
Key:

Data

{'content': 'to be imprudent'}