Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπραγία
ἀπραγμάτευτος
ἀπραγμοσύνη
ἀπράγμων
Ἀπραγόπολις
ἀπρακτέω
ἄπρακτος
ἀπραξία
ἀπρασία
ἄπρατος
ἀπρέπεια
ἀπρεπής
ἀπρεπίη
ἀπρήϋντος
ἀπριάτην
ἀπρίατος
ἀπριγδόπληκτος
ἀπρίξ
ἄπριστος
ἀπρίωτος
ἀπροαιρεσία
View word page
ἀπρέπεια
unseemly conduct; indecency, impropriety
ShortDef
unseemly conduct; indecency, impropriety
Debugging
Headword:
ἀπρέπεια
Headword (normalized):
ἀπρέπεια
Headword (normalized/stripped):
απρεπεια
IDX:
12561
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12562
Key:
Data
{'content': 'unseemly conduct; indecency, impropriety'}