Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποχωρέω
ἀποχωρήματα
ἀποχώρησις
ἀποχωρητέον
ἀποχωρίζω
ἀποχώρισις
ἀποχωριστέον
ἀποχωριστής
ἀπόχωσις
ἀποψαλίζω
ἀποψάλλω
ἀπόψαλμα
ἀποψάω
ἀποψέ
ἀποψεύδομαι
ἀπόψηκτος
ἀπόψηκτρον
ἀπόψημα
ἀπόψηξις
ἀπόψηστρον
ἀποψηφίζομαι
View word page
ἀποψάλλω
pluck off

ShortDef

pluck off

Debugging

Headword:
ἀποψάλλω
Headword (normalized):
ἀποψάλλω
Headword (normalized/stripped):
αποψαλλω
IDX:
12519
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12520
Key:

Data

{'content': 'pluck off'}