Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποχυλίζω
ἀποχύλισμα
ἀπόχυμα
ἀποχυρόω
ἀπόχυσις
ἀποχυτήριον
ἀπόχυτος
ἀποχωλεύω
ἀποχωλόομαι
ἀποχώννυμι
ἀποχωρέω
ἀποχωρήματα
ἀποχώρησις
ἀποχωρητέον
ἀποχωρίζω
ἀποχώρισις
ἀποχωριστέον
ἀποχωριστής
ἀπόχωσις
ἀποψαλίζω
ἀποψάλλω
View word page
ἀποχωρέω
to go from

ShortDef

to go from

Debugging

Headword:
ἀποχωρέω
Headword (normalized):
ἀποχωρέω
Headword (normalized/stripped):
αποχωρεω
IDX:
12509
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12510
Key:

Data

{'content': 'to go from'}