Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀπόχρησις
ἀποχρίω
ἀποχρυσόω
ἀποχρώντως
ἀπόχρωσις
ἀποχυλίζω
ἀποχύλισμα
ἀπόχυμα
ἀποχυρόω
ἀπόχυσις
ἀποχυτήριον
ἀπόχυτος
ἀποχωλεύω
ἀποχωλόομαι
ἀποχώννυμι
ἀποχωρέω
ἀποχωρήματα
ἀποχώρησις
ἀποχωρητέον
ἀποχωρίζω
ἀποχώρισις
View word page
ἀποχυτήριον
sewer

ShortDef

sewer

Debugging

Headword:
ἀποχυτήριον
Headword (normalized):
ἀποχυτήριον
Headword (normalized/stripped):
αποχυτηριον
IDX:
12504
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12505
Key:

Data

{'content': 'sewer'}