Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποχοίρωσις
ἀποχορτάζω
ἀποχραίνω
ἀποχράω
ἀπόχρεμμα
ἀποχρέμπτομαι
ἀπόχρεμψις
ἀποχρηματίζω
ἀποχρήματος
ἀπόχρησις
ἀποχρίω
ἀποχρυσόω
ἀποχρώντως
ἀπόχρωσις
ἀποχυλίζω
ἀποχύλισμα
ἀπόχυμα
ἀποχυρόω
ἀπόχυσις
ἀποχυτήριον
ἀπόχυτος
View word page
ἀποχρίω
relevio, relino
ShortDef
relevio, relino
Debugging
Headword:
ἀποχρίω
Headword (normalized):
ἀποχρίω
Headword (normalized/stripped):
αποχριω
IDX:
12495
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12496
Key:
Data
{'content': 'relevio, relino'}