Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποχαρίζομαι
ἀποχάρισμα
ἀποχαριστέω
ἀποχειμάζω
ἀποχειρίζω
ἀποχειροβίωτος
ἀπόχειρος
ἀποχειροτονέω
ἀποχειροτονητέον
ἀποχειροτονία
ἀποχέτευμα
ἀποχέτευσις
ἀποχετεύω
ἀποχέω
ἀποχή
ἀποχηρόομαι
ἀπόχιμος
ἀποχλωρίας
ἀποχοίρωσις
ἀποχορτάζω
ἀποχραίνω
View word page
ἀποχέτευμα
branch

ShortDef

branch

Debugging

Headword:
ἀποχέτευμα
Headword (normalized):
ἀποχέτευμα
Headword (normalized/stripped):
αποχετευμα
IDX:
12477
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12478
Key:

Data

{'content': 'branch'}