Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποφυσητέον
ἀπόφυσις
ἀποφυτεία
ἀποφυτεύω
ἀποφύω
ἀποφώζω
ἀποφώλιος
ἀποφωνέω
ἀποφώρ
ἀποχάζομαι
ἀποχαιρετίζω
ἀποχαλάω
ἀποχαλινόω
ἀποχαλκεύω
ἀποχαλκίζω
ἀποχάραξις
ἀποχαράσσω
ἀποχαρίζομαι
ἀποχάρισμα
ἀποχαριστέω
ἀποχειμάζω
View word page
ἀποχαιρετίζω
say farewell, take leave

ShortDef

say farewell, take leave

Debugging

Headword:
ἀποχαιρετίζω
Headword (normalized):
ἀποχαιρετίζω
Headword (normalized/stripped):
αποχαιρετιζω
IDX:
12460
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12461
Key:

Data

{'content': 'say farewell, take leave'}