Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποφθεγματικός
ἀποφθείρω
ἀποφθινύθω
ἀποφθίνω
ἀπόφθισις
ἀποφθορά
ἀποφιμόω
ἀποφλαυρίζω
ἀποφλεγμαίνω
ἀποφλεγματίζω
ἀποφλεγματικός
ἀποφλεγματισμός
ἀποφλεγματιστέον
ἀπόφλησις
ἀποφλογίζω
ἀποφλογόομαι
ἀποφλοιόω
ἀποφλύζω
ἀπόφλω
ἀποφοβέομαι
ἀποφοιβάζω
View word page
ἀποφλεγματικός
promoting such discharge

ShortDef

promoting such discharge

Debugging

Headword:
ἀποφλεγματικός
Headword (normalized):
ἀποφλεγματικός
Headword (normalized/stripped):
αποφλεγματικος
IDX:
12417
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12418
Key:

Data

{'content': 'promoting such discharge'}