Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀποτυμπανισμός
ἀποτυπόομαι
ἀπότυπος
ἀποτυπόω
ἀποτύπτω
ἀποτύπωμα
ἀποτύπωσις
ἀποτυρόω
ἀποτυφλόω
ἀποτύφλωσις
ἀποτύφω
ἀποτυχής
ἀποτυχία
Ἀπουλήιος
Ἄπουλος
ἀπουλόω
ἀπούλωσις
ἀπουλωτικός
ἀπούλωτος
ἀπουραγέω
ἀπούρας
View word page
ἀποτύφω
burn

ShortDef

burn

Debugging

Headword:
ἀποτύφω
Headword (normalized):
ἀποτύφω
Headword (normalized/stripped):
αποτυφω
IDX:
12357
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12358
Key:

Data

{'content': 'burn'}