Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπότροπος
ἀποτροφή
ἀποτρόφιμος
ἀπότροφος
ἀποτροχίζω
ἀπότροχος
ἀποτρυγάω
ἀποτρυγίζω
ἀποτρύζω
ἀποτρύω
ἀποτρώγω
ἀπότρωξις
ἀποτρωπάω
ἀποτυγχάνω
ἀποτύμβιος
ἀποτυμπανίζω
ἀποτυμπανισμός
ἀποτυπόομαι
ἀπότυπος
ἀποτυπόω
ἀποτύπτω
View word page
ἀποτρώγω
to bite
ShortDef
to bite
Debugging
Headword:
ἀποτρώγω
Headword (normalized):
ἀποτρώγω
Headword (normalized/stripped):
αποτρωγω
IDX:
12341
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12342
Key:
Data
{'content': 'to bite'}