Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀπότρεψις
ἀποτριάζω
ἀποτριβή
ἀποτρίβω
ἀπότριμμα
ἀπότριπτος
ἀποτρίς
ἀποτριτόω
ἀποτρίτωσις
ἀπότριχος
ἀπότριψις
ἀποτροπάδην
ἀποτρόπαιος
ἀποτροπή
ἀποτροπιάζω
ἀποτροπίασμα
ἀποτροπιασμός
ἀποτροπιαστής
ἀποτροπιαστικός
ἀπότροπος
ἀποτροφή
View word page
ἀπότριψις
mashing
ShortDef
mashing
Debugging
Headword:
ἀπότριψις
Headword (normalized):
ἀπότριψις
Headword (normalized/stripped):
αποτριψις
IDX:
12322
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12323
Key:
Data
{'content': 'mashing'}