Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀποτρέχω
ἀπότρεψις
ἀποτριάζω
ἀποτριβή
ἀποτρίβω
ἀπότριμμα
ἀπότριπτος
ἀποτρίς
ἀποτριτόω
ἀποτρίτωσις
ἀπότριχος
ἀπότριψις
ἀποτροπάδην
ἀποτρόπαιος
ἀποτροπή
ἀποτροπιάζω
ἀποτροπίασμα
ἀποτροπιασμός
ἀποτροπιαστής
ἀποτροπιαστικός
ἀπότροπος
View word page
ἀπότριχος
hairless
ShortDef
hairless
Debugging
Headword:
ἀπότριχος
Headword (normalized):
ἀπότριχος
Headword (normalized/stripped):
αποτριχος
IDX:
12321
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-12322
Key:
Data
{'content': 'hairless'}